Πέμπτη 29 Σεπτεμβρίου 2016

~Ενήλικο παραμύθι...

Μια φορά κι έναν καιρό, σε έναν τόπο άτοπο και έναν χρόνο άχρονο, ζούσε ο κύριος Κανένας. Ο κύριος Κανένας δε μιλούσε με κανέναν, δηλαδή μιλούσε με όλους. Ή, νόμιζε. Κάπου και κάποτε ή σ' ένα δύσκολο ταξίδι της ζωής του παλιότερα είχε πει το όνομά του. Ή, το είχε αλλάξει.

Είχε πολεμήσει με Κύκλωπες, Λαιστρυγόνες, Είχε συναντηθεί με αληθινές μάγισσες, είχε επιστρέψει σπίτι του αλλά δεν είχε αναμετρηθεί με Μύθους και την Ιστορία την ίδια. Κι έτσι, προσπαθούσε. Με τα λιγοστά όπλα του και το θρασύδειλο βηματισμό του. Διαπερνούσε στιγμές, λοιπόν, και χώρους.

Από μωρό ένιωσε προορισμένος για μάχες. Μεγάλες. Ανάσαινε και μέσα του μεγάλωνε η πείνα και η δίψα για να κυριεύσει. Μα, όταν σταματούσε για μιαν - ανθρώπινη - ανάσα και τον ρωτούσες το γιατί, δεν είχε απάντηση ή ήταν η πιο γελοία του κόσμου τούτου.

Παιδί ακόμη, παίζοντας ποδόσφαιρο σε έναν τόπο ανοικτό, πληγώθηκε. Κι από τότε το όρισε σαν ζωή. Φεύγοντας από το σπίτι με ένα " πρόσεχε " της μητέρας, είδε δίπλα στη παιδική του μπάλα αίματα. Φόνου. Κάτι άστραψε στο βλέμμα του και δεν ξανάσβησε...

Κι από τότε με κάθε αφορμή είναι ικανός να αντικρύζει τον κόσμο σαν μια ευκαιρία πολέμου σαν τη πρώτη αμαρτία από φθόνο μεταξύ δύο αδελφών. Ξεχνά συνειδητά και τον σπορέα και τον θεριστή. Κι αναλαμβάνει - πειστικά, θα μου πείτε εσείς- τον ρόλο του...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου